Η έκθεση αναφέρει πως στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών ανοιγμάτων διαμορφώθηκε στο 44,7% με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες στους κλάδους της εστίασης, της κλωστοϋφαντουργίας, της βιομηχανίας χάρτου και ξύλου, όπως και στους κλάδους των κατασκευών και του εμπορίου να εμφανίζουν τα μεγαλύτερα ανοίγματα.
https://qfxmrmqa.blogspot.com/2019/03/blog-post_71.html
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συνεχής χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, με αποτέλεσμα ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των τραπεζικών δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα να είναι ελαφρώς χαμηλότερος εκείνου της Κύπρου και ο δεύτερος υψηλότερος στην Ευρώπη.
https://kzhadrgf.blogspot.com/2019/04/blog-post_35.html
εκφραση εκθεση β λυκειου μητσελος
Ενδεικτικά για τα επιχειρηματικά δάνεια, που αποτελούν και αντικείμενο του παρόντος πλαισίου, ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων εκτοξεύθηκε από επίπεδα κάτω του 10% μέχρι και το 2010 σε 31,1% στο τέλος του 2015. Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016, το αντίστοιχο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών ανοιγμάτων την ίδια περίοδο διαμορφώθηκε σε 44,7%.
Κατά την ΤτΕ αναμφισβήτητα, η βαθιά και παρατεταμένη ύφεση αποτελεί το βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της διαμόρφωσης των ανωτέρω ποσοστών σε τόσο υψηλό επίπεδο, ωστόσο όπως αναφέρει υπάρχουν και άλλοι παράγοντες στους οποίους μπορεί να αποδοθεί μέρος της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ένας από αυτούς είναι η συνειδητή επιλογή ενός δανειολήπτη να μην εξοφλήσει κάποιες από τις υποχρεώσεις του ενώ μπορεί, προκειμένου να κατευθύνει τα διαθέσιμα κεφάλαιά του σε άλλες δραστηριότητες (κατανάλωση, επένδυση, αποταμίευση κ. λπ.). Ένας τέτοιος δανειολήπτης χαρακτηρίζεται ως “στρατηγικός κακοπληρωτής”, μία έννοια που εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στη βιβλιογραφία μετά την απαρχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αναταραχής το 2007.
σκυλος θερμοπληξια
Στην πλειονότητά τους οι σχετικές μελέτες αφορούν τη στεγαστική και δευτερευόντως την καταναλωτική πίστη. Η σχετική βιβλιογραφία αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια με έναυσμα την πληθώρα των περιπτώσεων, ιδίως στις ΗΠΑ, όπου οι δανειολήπτες συνειδητά επέλεγαν να μην αποπληρώνουν τα στεγαστικά τους δάνεια όταν η αξία του ακινήτου τους έπεφτε κάτω από την αξία του δανείου ή από μία σειρά δανειακών υποχρεώσεων (π. χ. δάνειο αυτοκινήτου, καταναλωτικό δάνειο) επέλεγαν συνειδητά ποιες να εξυπηρετήσουν και ποιες όχι. Σε αντίθεση με την αυξανόμενη βιβλιογραφία για τη στεγαστική πίστη, η έλλειψη δεδομένων έχει ως αποτέλεσμα να είναι ελάχιστες οι μελέτες διεθνώς που εξετάζουν τη στρατηγική επιλογή της μη εξυπηρέτησης επιχειρηματικών δανείων.
Μια οικονομικά λογική προσέγγιση για την ταυτοποίηση των στρατηγικών κακοπληρωτών είναι ο προσδιορισμός της ικανότητας του δανειολήπτη να εξυπηρετεί τις δανειακές του υποχρεώσεις και η αντιστοίχιση της ικανότητας αυτής με την πραγματική συναλλακτική συμπεριφορά, δηλαδή την ομαλή ή μη εξυπηρέτηση των δανείων του. Προφανώς, μια επιχείρηση με ισχυρά χρηματοοικονομικά δεδομένα που δεν αποπληρώνει τα δάνειά της μπορεί με σχετική ασφάλεια να χαρακτηριστεί ως στρατηγικός κακοπληρωτής, σε αντίθεση με κάποια η οποία εμφανίζει αντικειμενική δυσκολία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών της.
Η διερεύνηση της σχετικής συμπεριφοράς των ελληνικών επιχειρήσεων προσεγγίστηκε με τη μελέτη δείγματος περίπου 13 χιλιάδων επιχειρήσεων με υπόλοιπα δανείων ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2010-2015. Για τις επιχειρήσεις αυτές εξετάστηκε κατά πόσον υπήρχε καθυστέρηση εξυπηρέτησης των δανείων τους για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και, εφόσον υπήρχε καθυστέρηση, εξετάστηκε αν αυτή οφειλόταν σε αντικειμενική δυσκολία ή ήταν αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής.
Στις περιπτώσεις όπου φάνηκε να υπάρχει επιλογή αθέτησης, διερευνήθηκαν πιθανοί προσδιοριστικοί παράγοντες αυτής. Ως τάξη μεγέθους, το εν λόγω δείγμα επιχειρήσεων είχε στο τέλος του 2015 συνολικό υπόλοιπο δανείων περίπου 57 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 19 δισ. ευρώ περίπου ήταν μη εξυπηρετούμενα.
Όσον αφορά στην οικονομική ικανότητα της επιχείρησης να εξυπηρετήσει τα δάνειά της, αυτή προσεγγίστηκε από την κατηγοριοποίηση των επιχειρήσεων βάσει της εσωτερικής κλίμακας πιστωτικής αξιολόγησης που εφάρμοζε η κάθε τράπεζα. Για την ομογενοποίηση των δεδομένων, καθώς κάθε τράπεζα ακολουθεί τη δική της αξιολόγηση, χρησιμοποιήθηκε μια κοινή κλίμακα πιστωτικής αξιολόγησης, βάσει της οποίας διαχωρίστηκε το δείγμα σε επιχειρήσεις που είχαν υψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση (μικρή πιθανότητα αθέτησης) και χαμηλή διαβάθμιση (υψηλή πιθανότητα αθέτησης).
Δημιουργήθηκε και μια τρίτη κατηγοριοποίηση για τις επιχειρήσεις εκείνες που είχαν δάνεια από περισσότερες από μία τράπεζες και η μέση πιστοληπτική αξιολόγηση από όλες τις τράπεζες δεν επέτρεπε την εύκολη κατάταξή τους στις ανωτέρω δύο κατηγορίες.
ζιπ ζαπ μενιδι
No comments:
Post a Comment